Με τη ματιά ενός ερασιτέχνη


Με το τέλος του Β’ΠΠ, σηματοδοτείται η απώλεια της επιρροής των Άγγλων στα Βαλκάνια, και η συντριβή, της δεύτερης στρατιωτικής απόπειρας, της Γερμανίας να κυριαρχήσει στην Ευρώπη.
Επιπροσθέτως, αναδύεται η «απειλή» της επέκτασης του κομουνισμού στην Γηραιά Ήπειρο και στα Βαλκάνια, οπότε και αναλαμβάνουν τον ρόλο του προστάτη οι Αμερικανοί.

Οι τρομοκράτες της εποχής, αναγκάζονται να αποζημιώσουν θύτες αλλά και πρώην συμμάχους τους εκτός, από αυτούς που συνέχιζαν να σφάζονται μεταξύ τους σε έναν νέο πόλεμο, που χάριν της ιστορίας, τον ονόμασαν εμφύλιο.
Στην πορεία συνδέουν το ύψος της αποζημίωσης, με την πρόοδο του ΑΕΠ τους, διαγράφοντας ένα μέρος του "επαχθούς" χρέους, όπως είχαν κάνει και κατά την εμφάνιση της κρίσης του 1929 σταματώντας πλήρως τις πληρωμές που αφορούσαν αποζημιώσεις του Α'Π.Π..
Έτσι εκμεταλλεύονται την κρίση για να ανοικοδομήσουν την οικονομία τους και τον κατεστραμμένο κοινωνικό ιστό, χρηματοδοτούμενοι από τους νέους κουμανταδόρους, οι οποίοι είχαν φροντίσει σε αντάλλαγμα να "αποσπάσουν" το επιστημονικό πλεόνασμά της, που στην πορεία θα τους απέδιδε πολλαπλάσια.

Η Ελλάδα, συνεχίζει τον "ένοπλο αγώνα", εναντίον των φαντασμάτων που ανακύπτουν από την παράθεση των ιδεολογιών σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Αφού συμπλήρωσε τα λίτρα αίματος που θα ξεδίψαγε τα ζόμπι της νέας τάξης των πραγμάτων, αφού κατέστρεψε όποια υποδομή είχε μείνει σώα από τον πόλεμο, αφέθηκε στην αγκάλη της ανάπτυξης που έμελλε να την διαχειρισθεί, υπό το βλέμμα "άξιων" στρατηγών, ένα λεφούσι από "πατριώτες" με μπόλικα χρήματα από τους αιώνιους βρικόλακες του πλανήτη.
Δούναι και λαβείν.
Οι στρατηγοί αποχώρησαν στην πορεία, δίνοντας την θέση τους στους πολιτικούς εκλεκτούς των ανακτόρων, δηλαδή των Άγγλων που παίζουν το τελευταίο τους χαρτί πριν αποχωρήσουν από τα Βαλκάνια.
Είναι η εποχή όπου ταυτόχρονα η Αμερική θεμελιώνει γερές βάσεις για τον μελλοντικό έλεγχο της Ευρώπης και των Βαλκανίων.

Ο κομμουνισμός "περιορίστηκε" στο ανατολικό μέρος της Ευρώπης, αποκτώντας ένα μεγάλο γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής των αρχών του Μαρξ και των συνεχιστών του.
Η εργατική τάξη "χειραφετήθηκε", και απέκτησε την αναγνώριση που της στερούσαν τόσους αιώνες οι φεουδάρχες, οι ολιγάρχες και οι πρώϊμοι καπιταλιστές.
Και επειδή το "πείραμα" ήταν επιτυχημένο, απλώθηκε και υπερατλαντικά και διηπειρωτικά.

Πλέον, η εργατική τάξη, δεν έχει να χάσει μόνον τα δεσμά της.
Αυτό ίσχυε πριν πολλά πολλά χρόνια, ή τουλάχιστον αυτό ήθελε να περάσει ως πρόσταγμα ο εμπνευστής της, για το μέλλον.
Η δε υπεραξία της εργατικής τάξης, την οποία μέχρι τώρα καρπώνονταν το σύστημα και οι "πατερούληδες", έχει ήδη, προ πολλού θα έλεγα, εξαγοράσει την υποαξία της εργατικής σκέψης.
Η εργατική τάξη, στην Ελλάδα, πρέπει να χάσει, την μέχρι τώρα καθοδήγησή της, από αυτούς που την έπεισαν ότι έχει μόνο δικαιώματα και καμία υποχρέωση.
Η εργατική τάξη, στην Ελλάδα, αποτελείται από ζόμπι, που κατανάλωσαν τις διεκδικήσεις που πέτυχαν, σε υλικά αγαθά και αντιεργατικές υπηρεσίες.
Η εργατική τάξη, στην Ελλάδα, δεν υπάρχει σήμερα ως Μαρξιστικός όρος.
Γιατί υπάρχει ο πολιτικός βραχίονας της ιδεολογικής της εκμετάλλευσης;

Και ενώ όλος ο Δυτικός κόσμος για δύο δεκαετίες ('50 και ΄60) γνωρίζει πρωτοφανή ανάπτυξη, στην δική μας πορεία οι πολιτικές έριδες, αγαπημένο άθλημα των Ελλήνων από την επανάσταση το '21, "αναγκάζουν", κάποιους στρατιωτικούς να αναλάβουν με πραξικόπημα την δύσκολη αποστολή της επαναφοράς της ηρεμίας, δηλαδή άλλη μία στρατιωτική επέμβαση στις τόσες που ζήσαμε.
Καθόλου δύσκολη αποστολή τελικά, αφού με την πρακτική αποφασίζω και διατάζω και όποιος έχει αντίρρηση "πείθεται", ανά την επικράτεια επικρατεί ανάπτυξη με καθυστέρηση μεν, αλλά με ησυχία, τάξη και ασφάλεια δε.

Επειδή όμως ο τράχηλος του Έλληνα ζυγό δεν τον σηκώνει, ή τουλάχιστον έτσι πίστευε, το εξόριστο πολιτικό κατεστημένο, πήρε το "αίμα του" πίσω και επανέφερε την πολυπόθητη "δημοκρατία".
Σε αυτό το διάστημα, που εμείς ασχολούμασταν με αυτά τα "σοβαρά" θέματα, η παγκόσμια γεωπολιτική κατάσταση, αρχίζει και δείχνει ότι δεν έχει σημασία τι θέλει κάποιος είτε είναι λαός είτε κράτος, αλλά σημασία έχει ποιος είναι σε θέση ισχύος ώστε να επιβάλλει αυτό που τον συμφέρει.

Έτσι λοιπόν, και αφού προσπεράστηκαν μία δύο απειλές εκ νέου παγκόσμιας σύρραξης, άρχισε να αναγείρεται η επερχόμενη, απόλυτη κυριαρχία αυτών που είχαν βάλει τα θεμέλια αμέσως μετά τον Β' ΠΠ.
Μία κυριαρχία, που χρειαζόταν και έναν τοποτηρητή υπερατλαντικό, στην καρδιά της Ευρώπης.
Και ποιος καλύτερος, από τον μεγάλο "ηττημένο";
Για να είναι όμως ο τοποτηρητής αξιόλογος και αξιόπιστος, έπρεπε να είναι και μεγάλος και δυνατός.
Τα συγχωροχάρτια είχαν ήδη ρευστοποιηθεί.

Οι δύο κύριοι εκφραστές, ΗΠΑ και Ρωσία, των κυρίαρχων πολιτικοοικονομικών ρευμάτων του 20ου αιώνα, απλώνονταν και μαζεύονταν αναλόγως των δυνάμεων που συσσώρευαν στις περιόδους ανάμεσα σε πόλεμο και ειρήνη.
Οι πάλαι ποτέ ευρωπαϊκές δυνάμεις που έπαιζαν κάποιο ρόλο, χρησιμοποιήθηκαν στον βαθμό που εξυπηρετούσε, και στην συνέχεια είτε αποδυναμώθηκαν, είτε υποβαθμίστηκαν σε περιφερειακούς παίκτες.

Όπως τότε, έτσι και σήμερα, ΗΠΑ και Ρωσία, συνεχίζουν αυτήν την διελκυστίνδα με λίγο διαφορετικούς όρους.
Η μεν ΗΠΑ, με αταλάντευτη διαχρονικά βάση τον καπιταλισμό, πουλάει φιλελεύθερη δημοκρατία, η δε Ρωσία, ασπαζόμενη πλήρως τον καπιταλισμό, πουλάει πατριωτισμό.
Η Κίνα, ως ο νέος σοβαρός παίκτης και λειτουργώντας ως υβρίδιο των δύο μπολιάζοντας την κομμουνιστική της βάση με καπιταλοκορφάδες, καλείται να διαχειριστεί τα αποτελέσματα του πειράματος σε μία αχανή έκταση με υπερβολικά μεγάλο πληθυσμό πριν βγει μπροστά.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως δημιούργημα κάποιων "οραματιστών" με σκοπό να αποκτήσει σημαίνοντα ρόλο στην γεωπολιτική των άλλων στην γειτονιά της, κατάφερε να σπαταλήσει την δυναμική της σε αγώνα μικροσυμφερόντων, επιβεβαιώνοντας τις βαθιές διαφορές που υπάρχουν ανάμεσά της, και ότι το αυτοκρατορικό της παρελθόν δεν το ξεπέρασε ποτέ.
Αυτή ακριβώς την παθογένειά της, εκμεταλλεύτηκαν  και εκμεταλλεύονται οι υπερατλαντικοί "απόγονοί" τους, επιλέγοντας τους πιο "βάρβαρους" από αυτούς ως τους μόνους που μπορούν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους.
Και η "βαρβαρότητα" όταν εκσυγχρονίζεται με την καπιταλιστική πειθαρχία, γίνεται το ιδανικό εργαλείο στα χέρια των ειδικών.

Εάν δούμε με ποιο τρόπο από την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό και μετά, αναδημιουργήθηκαν και εξελίχθηκαν οι ιδεολογίες ως εργαλεία επιβολής των ιθυνόντων νοών, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό έγινε με την εισαγωγή εννοιών που εκπορεύονταν μεν από κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια και ανάγκες, αιχμαλώτιζαν δε την σκέψη σε στεγανά.
Όλα όμως τα παραπάνω, για να μπορούσαν να σταθούν, και στέκονται μία χαρά ως σήμερα, έπρεπε να διαχυθούν στις πλατιές μάζες των λαών.
Με τον ίδιο τρόπο που δύο άνθρωποι για να επικοινωνήσουν χρειάζονται το λεξιλόγιο, με τον ίδιο τρόπο εμπλουτίστηκε και το πολιτικό και οικονομικό λεξιλόγιο για να μπορούν να επικοινωνήσουν, και να αιχμαλωτίσουν θα έλεγα, οι ιθύνοντες νόες με τους λαούς.

Στα δικά μας και πάλι.
Όταν δεν μπορείς να είσαι λέων, είναι θεμιτό να γίνεσαι χαμαιλέων και όχι πειναλέων.
Έτσι εμείς, αντί να παρακολουθούμε τις εξελίξεις και να προσαρμοζόμαστε, αφού ήταν δεδομένο ότι δεν μπορούσαμε να τις καθορίσουμε, ακολουθήσαμε κατά σειράν δύο λαοπρόβλητους "ηγέτες" και μερικούς ηγετίσκους, όπου έκαναν ότι μπορούσαν για να μην δημιουργήσουν πρόβλημα στην "φωνή" της Αμερικής και στο φερέφωνό τους στην συνέχεια.

Για να μην δείξουμε όμως ότι είμαστε στάσιμοι στο παρελθόν και κατηγορηθούμε για αμετροέπεια, ρίξαμε και μία άγκυρα στην ήπειρο που πάντα μας "θαύμαζε" και μας "βοήθησε" να ξεπεράσουμε τα συμπλέγματα του φτωχού συγγενή, με ποταμούς κεφαλαίων υπό μορφή επιδοτήσεων.
Μας βάλανε και κάποιου όρους με μικρά γράμματα, αν και δεν βλέπαμε την τύφλα μας, και όλοι συμπορεύθηκαν ευτυχισμένοι.

Η νέα ανάδοχη οικογένειά μας, ενώ στην αρχή μας φιλοξένησε στο μικρό σπίτι στο λιβάδι, σήμερα μας κοιμίζει στον αχυρώνα.
Όχι όλους βέβαια, γιατί και ο αχυρώνας έχει επίπεδα.
Και εμείς, του ισογείου, κάθε βράδυ αναφωνούμε με ανάμικτα συναισθήματα.

Καληνύχτα Κωστάκη
Καληνύχτα Γιωργάκη
Καληνύχτα Αντωνάκη
Καληνύχτα Αλέξη

Οι άλλοι συνεχίζουν να γράφουν ιστορία, εμείς κουραστήκαμε.
Ή ίσως χρειαζόμαστε, όπως πάντα, τον χρόνο μας αφού ποτέ δεν ήμασταν της άμεσης αντίδρασης.
Πως το έλεγε ο ποιητής;
«Μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει, και ξανά προς την δόξα τραβά».
Τώρα λοιπόν «ξαποσταίνουμε» και όσον αφορά το πόσο, η απάντηση έχει δοθεί από τους επιστήμονες αλλά και από την ιστορία.
Ο χρόνος είναι κάτι σχετικό.



Δεν υπάρχουν σχόλια: