Η Δικαιοσύνη




Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ
και μυρσίνη συ δοξαστική
μη παρακαλώ σας μη
λησμονάτε τη χώρα μου!

Αετόμορφα έχει τα ψηλά βουνά
στα ηφαίστεια κλήματα σειρά
και τα σπίτια πιο λευκά
στου γλαυκού το γειτόνεμα!

Τα πικρά μου χέρια με τον κεραυνό
τα γυρίζω πίσω απ' τον καιρό
τους παλιούς μου φίλους καλώ
με φοβέρες και μ' αίματα!

Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης

2 σχόλια:

αμμοδύτης είπε...

Πάνω σε κεινη τη στιγμή, ο Μεγάλος Ξενος, αυτος που ακολουθούσε
με τα τρια σειρήτια στο γιακά, στηρίζοντας τα χερια στη μέση του,
κάγχασε: ορίστε, ειπε, οριστε οι άνθρωποι που θέλουνε , λεει, ν'
αλλάξουνε την πορεία του κόσμου ! Και μη γνωρίζοντας οτι έλεγε την
αλήθεια ο δύστυχης, καταπρόσωπο τρεις φορές του καταφερε το
μαστίγιο. Αλλα τρίτη φορα ο Λευτερης δε σάλεψε. Τοτε, τυφλος απο τη λιγη πέραση που 'χε η δύναμη στα χερια του, ο αλλος, μη γνωρίζοντας τι πράττει, τράβηξε το περίστροφο και του το βρόντησε σύρριζα στο δεξί του αυτί.

Και πολυ τρομάξανε τα παιδια, και οι άνθρωποι με το μολύβι στην
οψη και τα κοντα μαύρα ποδηματα, κερωσαν. Επειδή πήγανε κ' ήρθανε
γυρω τα χαμόσπιτα, και σε πολλές μεριες το πισσόχαρτο επεσε και
φανήκανε μακριά, πισω απο τον ήλιο, οι γυναίκες να κλαινε γονατιστές, πανω σ' ενα έρμο οικόπεδο, γεμάτο τσουκνίδες και μαύρα πηχτά αίματα.

Ενω σημαινε δωδεκα ακριβως το μεγαλο ρολόι των αγγελων.

Ελύτης, Νοών...Νοείτω, ενάντια στην ...Ζήμενς.

Ο νοών...νοείτω είπε...

Αγαπητέ και ανεκτίμητε φίλε,
Η φωτεινότητα και η διαφάνεια του πνεύματος του Οδυσσέα Ελύτη, στέκεται πολύ υψηλότερά μου.
Σε βεβαιώ όμως, ότι ο δρόμος που έχω επιλέξει είναι και θα είναι αυτός που φωτίζεται από ανάλογα Ελληνικά πνεύματα.