Οι επαγγελματίες της ενημέρωσης, και οι ερασιτέχνες της αλήθειας.


Εδώ και πολλούς μήνες έχει αρχίσει ένα ατελείωτο και ξέφρενο γαϊτανάκι μαζικής ροής πληροφοριών και αποκαλύψεων, που συνοδεύονται από πληθώρα αναλύσεων και προσεγγίσεων.
Θα έλεγε κάποιος, ότι επιτέλους η ενημέρωση βαδίζει στον δρόμο της.
Κάνει επιτέλους την εργασία της, και όχι την δουλεία της.
Εξαιρούνται αγογγύστως τα παραδοσιακά ΜΜΕ.
Σε αυτό συνετέλεσε τα μέγιστα, και η εκρηκτική εμφάνιση, ημιεπαγγελματικών και καθαρά ερασιτεχνικών διαδικτυακών τόπων ενημέρωσης, όπου χωρίς τον νταλκά της μισθωτής εξάρτησης προσέφεραν και προσφέρουν άπλετη πληροφόρηση.
Αποτέλεσμα των ανωτέρω ήταν και η πρωτοφανής, για τα ελληνικά δεδομένα, συμμετοχή του απλού πολίτη.
Λογικά, θα έπρεπε να υπάρχει μία ικανοποίηση από τους πολίτες και μία ανησυχία στα κέντρα των αποφάσεων.
Είναι όμως έτσι;

Ως προς το πρώτο, διακρίνω μία νηπιακή αντίδραση στην θέα του πρωτόγνωρου.
Ενθουσιασμός, και μαζική συμμετοχή.
Το νέο του διαδικτύου μπορεί να γίνει η ταφόπλακα των πηγών της παραπληροφόρησης.
Χρειάζεται όμως προσοχή και εγκράτεια.
Η ελευθερία της έκφρασης και της πληροφόρησης, είναι η πεμπτουσία της Δημοκρατίας.
Μέχρι την εφηβεία και την ωρίμανση, μένει καιρός ακόμα.
Αρκεί να μην γίνει αυτοσκοπός που θα επισκιάσει τις άλλες απαραίτητες υποχρεώσεις μας προς την Δημοκρατία.

Ως προς το δεύτερο θα απαντούσα καταφατικά.
Άλλωστε η καθυστερημένη αντίδρασή των σε αυτό το φαινόμενο φαίνεται από την γοργή πλέον διείσδυση των σε έναν τομέα όπου πρωτοστάτησαν άλλοι.
Αυτή η καθυστερημένη αντίδραση όμως, εκ φύσεως, εκδηλώνεται βίαια.
Και με τον όρο βίαια, εννοώ την μαζική εισροή σε έναν χώρο που είχε ήδη φτιάξει κάποιους, ερασιτεχνικούς, κώδικες.
Στην προσπάθειά τους λοιπόν, να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος, έπεσαν με τα «μούτρα», στον κατά τα άλλα άπλετο χώρο που προσφέρει το διαδίκτυο.
Η απεραντότητα του διαδικτύου μεταφράστηκε σε ανάγκη περιχαράκωσης.
Λογική αντίδραση από ένα παρακλάδι του συστήματος, όπου έχει μάθει σε τέτοιες πρακτικές, υπακούοντας ουσιαστικά στους καθ’ ύλην αρμόδιους.
Αντιτάσσουν τον επαγγελματικό τρόπο εκπαίδευσης, στην ερασιτεχνική προσέγγιση της πληροφορίας
Έλα όμως που δεν προλαβαίνουν να τρώνε ενημερωτικές «σφαλιάρες».

Τα παραδοσιακά ΜΜΕ, έτσι όπως τα κατάντησαν, πρέπει να σβήσουν.
Με την πλήρη και συνειδητή απαξίωση, από όλους τους πολίτες.
Κάποτε ήταν μεράκι και λειτούργημα.
Τώρα κατήντησε βιοπορισμός του ψεύδους και της συκοφαντίας.
Κάποτε έτρεχαν με ένα μπλοκάκι στο χέρι και ένα μαγνητόφωνο.
Σήμερα, τα κείμενα τα παίρνουν έτοιμα, ή τα ακούνε στα mp3.

Όσοι από τους εμπλεκόμενους δημοσιογράφους, το καταλάβουν νωρίς, μπορούν να μετακομίσουν στον νέο φορέα ενημέρωσης και έκφρασης, όπου τα πάντα ελέγχονται τρεις και τέσσερις φορές ως προς την αξιοπιστία με αντίλογο που πονάει.
Ίσως, κάποιες φορές, για να προοδεύσεις πρέπει να γυρίσεις πίσω.

Εύχομαι οι αγώνες μεταξύ «Βραδυποριακού» και «Ταλαιπωριακού» να αποκτήσουν ακόμα περισσότερους θεατές.
Διότι η μαγεία των ερασιτεχνών, έχει ήδη επισκιάσει τους Χουντίνι των επαγγελματιών.

1 σχόλιο:

nikos είπε...

αναδημοσιευση
Ποιο κύτταρο ξύπνησε μέσα μας; Ποια κατάρα ήταν αυτή που κοιμόταν τόσα χρόνια στο υποσυνείδητό μας και ένα πρωί άρχισε να ξεπηδά από τον λήθαργό της και να γεμίζει τον κόσμο γύρω μας; Δεν είμαστε τέτοιοι ή πάντα ήμαστε τέτοιοι και το κρύβαμε; Σαν εφιαλτικός σπόρος που ήταν φυτεμένος σε δροσερά λιβάδια και δεν άνθιζε. Ήθελε αέρηδες, λειψυδρία και πολύ αλάτι για να ανθίσει. Βρήκε το κατάλληλο έδαφος και τέλειες καιρικές συνθήκες για να βγάλει ρίζα, για να απλωθεί υπόγεια και να κάνει τον μπαξέ της ύπαρξής μας τον Κήπο της Αναίδειας.
Δεν μεταλλαχθήκαμε εμείς, ο λαός των πριγκίπων, γίναμε αυτό που κρύβαμε για χρόνια... Απλώνουμε το χέρι μας με το δρεπάνι και ό,τι μας χαλάει τα γούστα και την επιβίωση το κόβουμε σύρριζα. Μπαίνουμε στα ελεύθερα μέχρι πρότινος χωράφια, μπήγουμε τα παλούκια, τεντώνουμε τα σύρματα για να τα κάνουμε δικά μας. Βγάζουμε την Ιστορία μας σε πλειστηριασμό και τα κομμάτια Ελλάδας σε παζάρι άπλυτων, τσιμεντάρουμε Ναούς, Μνημεία για δύο υπόγεια με γκαράζ. Χαράζουμε δρόμους στα δάση των Νυμφών για ένα κομμάτι επιδότησης ζεστής στο χέρι. Όλα για την τσέπη μας.
Βιάζουμε ότι δεν έχει φωνή να φωνάξει, ό,τι δεν έχει χέρι να αμυνθεί. Περιμέναμε σαν τους πλιατσικολόγους να κάνουμε ντου στην νέα Τριπολιτσά, που μέχρι πριν λίγες δεκαετίες την λέγαμε Πατρίδα, αφήνοντας πίσω καμένη γη. Σαν τα κοράκια περιμέναμε να σταματήσει να κινείται αυτό το σώμα -που τόσο πάλεψε να ζήσει- για να κάνουμε το τσιμπούσι των εφιαλτικών ματαιόδοξων ονείρων μας. Και είμαστε τραγικοί όταν βγάζουμε τα κρυμμένα μας μαχαίρια να χτυπηθούμε με τον δίπλα καταπατητή του Παραδείσου για κάτι που το λέμε «δικό μας», για κάτι που ποτέ δεν αγαπήσαμε εν τέλει, απλά το ποθήσαμε και το κρυφοκοιτούσαμε χρόνια με φθόνο.
Είχε ανοίξει τα μάτια του ο πραγματικός μας εαυτός δεκαετίες τώρα, αλλά έκανε υπομονή μέχρι να έρθει η στιγμή που άμυνα δεν θα υπήρχε. Μέχρι που και το τελευταίο κύτταρο περηφάνιας θα είχε καταστραφεί από τον καρκίνο που θέριευε μέσα μας. Το νιώθαμε, βλέπαμε την αλλαγή αλλά κανείς μας δεν πολέμησε να το σταματήσει. Ακόμη και εκείνοι που άργησαν να μεταλλαχθούν δεν έκοψαν το κεφάλι το τέρατος που έβλεπαν να δυναμώνει μέρα με τη μέρα. Κιοτέψαμε.
Και τώρα πλάσματα δίποδα τριγυρίζουμε σε πανικό πάνω στην Ιερή Γη που την κάναμε στα μέτρα της Αποκάλυψης που χρόνια σχεδιάζαμε, και ψάχνουμε για κουφάρια να ικανοποιήσουμε την πείνα μας. Άλλη γη πλέον δεν έχει. Άλλη ζωή πλέον δεν έχει. Σε λίγο θα αρχίσουμε να τρώμε τις σάρκες μας. Μέχρι τελευταία σταγόνα θα στραγγίξουμε την ύπαρξη μας. Το τελευταίο πλιάτσικο που μας απέμεινε να κάνουμε είναι στον ίδιο μας τον εαυτό.